Η χαμένη κινηματογραφική μαγεία 1.2020
Συνέντευξη, 20/1/2020
Δημήτρης Αθανίτης: “Αναζητώ την χαμένη κινηματογραφική μαγεία”
“Μυστικές Συναντήσεις” τιτλοφορείται το βιβλίο που κυκλοφόρησε προσφάτως ο γνωστός και πολύ σημαντικός δημιουργός του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου κ. Δημήτρης Αθανίτης. Στις “Μυστικές Συναντήσεις” ο κ. Δημήτρης Αθανίτης μιλά για τις κινηματογραφικές συναντήσεις του, με μια σειρά από πρόσωπα που ανήκουν σε μια ανθολογία του άκρως ιδιαίτερη.
Σ’ αυτή την εκπληκτική πινακοθήκη προσώπων που η γκάμα τους ξαφνιάζει, παρελαύνουν σταρ, διάσημοι συγγραφείς και σκηνοθέτες μαζί με πρόσωπα σχεδόν περιθωριακά, όλοι τους αναπόσπαστα κομμάτια μιας προσωπικής μυθολογίας.
Από τον Κλωντ Σαμπρόλ, τον Μπεν Γκαζάρα και τη Νίκο των Βέλβετ Αντεργκράουντ, μέχρι τον Σίμο τον Υπαρξιστή, τον Θανάση Βέγγο ή ακόμη τη Μαργαρίτα Καραπάνου και τον Μιχάλη Κακογιάννη, μια σειρά από προσωπικές συναντήσεις που ο Αθανίτης συνθέτει σε μια ενιαία μυστική ιστορία με τη δύναμη της μαρτυρίας αλλά και τη γοητεία του απροσδόκητου.
Συνέντευξη στον συνεργάτη μας Χάρη Μαντέλλο
1-Κύριε Αθανίτη χρόνια τώρα σας γνωρίζαμε ως σκηνοθέτη. Προσφάτως μας συστηθήκατε και ως συγγραφέας με το βιβλίο σας «Μυστικές συναντήσεις». Μιλήστε μας λίγο γι’ αυτό και ποια ήταν η εσωτερική ανάγκη για να το γράψετε παίρνοντας σαν δεδομένο ότι κάποιες από τις συναντήσεις με σημαντικά πρόσωπα του κινηματογράφου που περιγράφετε δεν έχουν στην πραγματικότητα πραγματοποιηθεί;
Στο βιβλίο μιλάω για μια σειρά από συναντήσεις με πολύ διαφορετικά πρόσωπα και όχι μόνο του κινηματογράφου. Υπάρχουν συγγραφείς, σταρ, τραγουδιστές, ποιητές, εμβληματικές περσόνες του περιθωρίου αλλά και άγνωστα πρόσωπα με τα οποία έζησα ιδιαίτερες στιγμές. Ξεπερνώντας τα συνηθισμένα κλισέ βάζω δίπλα-δίπλα τον Κακογιάννη με τον Σίμο τον Υπαρξιστή και τον Βέγγο με την Λένα Κιτσοπούλου αλλά και με τον Κώστα Καφάση.
Θέλησα να καταγράψω το άρωμα αυτών των συναντήσεων, την ιδιαιτερότητα των προσώπων, την αυθεντικότητα αυτών των απροσδόκητων στιγμές που τελικά σχηματίζουν ένα κόσμο ολόκληρο.
Πιο σημαντικό κι από τα ονόματα, είναι όμως η βιωματική σχέση μου μαζί τους. Κι αυτό είναι που κάνει το βιβλίο σχεδόν μοναδικό. Κι έτσι, ενώ ξεκινά σαν μια συλλογή από βιωματικά αφηγήματα, καταλήγει σαν ένα ενιαίο πολυπρόσωπο μυθιστόρημα με αυθεντικές φέτες ζωής.
Η νέα ταινία μου «Λαβύρινθος», ένα ντοκιμαντέρ για τις στοές της Αθήνας και τους ανθρώπους τους, έχει ακριβώς τον ίδιο βιωματικό χαρακτήρα γιατί μιλάω για χώρους που έχω ζήσει βαθιά. Και τι υπέροχη «μυστική» συνάντηση, όταν βρήκα εκεί ένα μαθητή του Σίμου του Υπαρξιστή, έναν ήρωα του βιβλίου μου.
Αυτή η λεπτή γραμμή που διαπερνά πρόσωπα και καταστάσεις, είναι το πραγματικό μυστικό του βιβλίου αλλά και των ταινιών μου.
2-Από τις συναντήσεις που όντως έγιναν ποια είναι εκείνα τα πρόσωπα που θα θυμάστε πιο έντονα και γιατί;
Οι περισσότερες συναντήσεις έγιναν και μάλιστα συχνά με μυθιστορηματικό τρόπο ή μέσα από απίστευτες συμπτώσεις. Ελάχιστες είναι αυτές που δεν μπόρεσαν να πραγματοποιηθούν λόγω αντικειμενικών συνθηκών. Αντιστοιχούσαν όμως ακόμη κι αυτές σε μια τόσο έντονη επιθυμία μου, που ήταν σαν να τις βίωνα.
Δυσκολεύομαι να ξεχωρίσω κάποια πρόσωπα μια και κάθε ένα έχει άλλη θέση στην διαδρομή μου. Σίγουρα ο Μπεν Γκαζάρα, ο Βέγγος, ο Κλωντ Σαμπρόλ, ο Μιχάλης Κατσαρός είναι ιδιαίτερες στιγμές.
3-Πόσο μπορεί να επηρεάσει η οικονομική και πνευματική κρίση της εποχής έναν δημιουργό;
Σε τελική ανάλυση, καθόλου. Γιατί αν δημιουργείς πραγματικά, σκάβεις κάτω από την επιφάνεια και βλέπεις αυτό που έρχεται. Το 1993 γύρισα την πρώτη μου μικρού μήκους ταινία, «Φιλοσοφία». Μόλις είχαν ξεκινήσει οι βομβαρδισμοί στο Σεράγεβο και το σενάριο της ταινίας ήταν το εξής: οι πόλεμοι στα Βαλκάνια επεκτείνονται, η Ελληνική οικονομία καταρρέει, ο Πρόεδρος κηρύσσει πτώχευση. Στο Φεστιβάλ Δράμας, η «Φιλοσοφία» κέρδισε τότε το Βραβείο Φανταστικού. Δεκαεφτά χρόνια αργότερα, ήταν πραγματικότητα.
Έτσι και οι συναντήσεις αλλά και σχέσεις με τα πρόσωπα του βιβλίου, είναι κάτω από την επιφάνεια και πολύ πέρα από τα προβλεπόμενα.
4-Η τελευταία μέχρι στιγμής ταινία σας –υπάρχει φυσικά και ο «Λαβύρινθος» που κινείται στον χώρο του ντοκιμαντέρ- τιτλοφορείται «Invisible» και αν δεν κάνω λάθος δεν μεταφράστηκε (ο τίτλος) στα ελληνικά. Υπάρχει κάποιος λόγος που προτιμήθηκε αυτή η εννοιολογική γενικότητα και πώς θα μπορούσαμε σαν κοινωνία να βοηθήσουμε στην ανάδειξη «αόρατων» ανθρώπων και «αόρατων» αξιών και δικαιωμάτων;
Επέλεξα αγγλικό τίτλο επειδή δεν υπάρχει το άρθρο. Γιατί η ταινία μιλά για αόρατους ανθρώπους αλλά και για το αόρατο που μας περιβάλλει. Ο «Αόρατος» μιλά για κάτι που συμβαίνει δίπλα μας και παραμένει αόρατο. Μιλά για ανθρώπους που η κρίση τους κάνει αόρατους, και τους οδηγεί στο περιθώριο. Αλλά μιλά και για ένα αόρατο σύστημα που μας οδηγεί στην σταδιακή έκπτωση και στο πουθενά.
Ταυτόγχρονα όμως, μιλά και για έναν άνθρωπο που δεν λυγίζει και δεν διστάζει να παλέψει με τις δικές του μικρές δυνάμεις και μάλιστα ακραία, για να κρατήσει την θέση του στον κόσμο. Και όλα αυτά με μια αξιοπρέπεια και μια προσωπική ηθική.
5-Είστε ένας από τους πιο αξιόλογους σκηνοθέτες του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου. Πιστεύετε ότι αυτό που κάποτε ονομάστηκε Νέος Ελληνικός Κινηματογράφος δικαίωσε τις προσδοκίες του κοινού ή τουλάχιστον μπορεί ακόμη να προκαλέσει το ενδιαφέρον του θεατή;
Αυτός ο νέος κινηματογράφος, όπως όλη η Ελληνική κοινωνία, κινήθηκε συχνά μέσα στα κλισέ, στο αποδεκτό, στο προφανές και συχνά στο επιφανειακό. Σίγουρα τα επικοινωνιακά κατασκευάσματα, δεν έχουν μέλλον, ίσως ούτε παρόν.
Προσωπικά με ενδιαφέρει να κάνω ένα σινεμά που συνδυάζει την τόσο χαμένη κινηματογραφική μαγεία μαζί με μια βαθιά κατάδυση στην πραγματικότητα.
Επίσης δεν θεωρώ ότι κάνω Ελληνικό σινεμά. Κάνω ταινίες που μπορεί να δει και να ταξιδέψει μαζί τους κάποιος που μένει στη Σαγκάη ή στο Λος Άντζελες. Η τεράστια παγκόσμια περιοδεία του Invisible και τα 15 διεθνή βραβεία του, μου το έδειξαν καθαρά.
Το σινεμά είναι μια παγκόσμια γλώσσα και σαν τέτοια με ενδιαφέρει.
6-Αν έπρεπε να επιλέξετε μία ταινία που θα χαρακτήριζε την πορεία σας ποια θα ήταν και γιατί;
Κάνω σινεμά, δεν κάνω απλά ταινίες. Εννοώ ότι μέσα από τις ταινίες μου χτίζεται ένας ενιαίος κινηματογραφικός κόσμος με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, θεματολογία, γραφή. Χτίζεται μια προσωπική μυθολογία και αυτό είναι άλλωστε και το κονό χαρακτηριστικό με το βιβλίο μου, τις «Μυστικές Συναντήσεις».
Έτσι, δύσκολα θα ξεχώριζα κάποια από τις ταινίες μου. Το «Invisible» έκανε πράγματι μια μεγάλη καριέρα εντός και εκτός Ελλάδας και προκάλεσε ισχυρά συναισθήματα και αντιδράσεις αλλά είναι εξίσου μοναδική αίσθηση να βλέπω το «Καμιά Συμπάθεια για τον Διάβολο», 23 χρόνια μετά την πρεμιέρα του, να μαγεύει κυριολεκτικά τους θεατές στις συνεχείς προβολές που κάνει.
7-Υπάρχουν δύο πράγματα που έχω δει στην σελίδα σας στο facebook ότι σας απασχολούν και θα ήθελα να μου μιλήσετε γι’ αυτά. Αφενός το νέο πολυπολιτισμικό προφίλ που διαμορφώνεται στη χώρα μας και αφετέρου το πρόσωπο της Γκρέτα Τούνμπεργκ χωρίς ο θεμιτός προβληματισμός σας να σημαίνει ότι είστε ρατσιστής ή εφησυχασμένος για το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής, αντιστοίχως.
Όπως σας είπα, μίλησα για την επερχόμενη κρίση σε ανύποπτο χρόνο, το 1993. Η πρώτη μεγάλη ταινία μου «Αντίο Βερολίνο», 1994, είναι ίσως η πρώτη πολυπολιτισμική, Ελληνική και όχι μόνο, ταινία πριν καν ο όρος επινοηθεί. Ένα χαρακτήρας δε της ταινίας είναι Σύριος, ο Τάρεκ, ένας γκρουμ ξενοδοχείου που δίνει συμβουλές σεναριογραφίας στον σκηνοθέτη ήρωα της ταινίας και όταν ερωτάται από που είναι, απαντά αφοπλιστικά:
-Από το …κόσμος!
Όλα αυτά λοιπόν τα έκανα, πολύ πριν ανακαλυφθούν σαν θέματα και γίνουν κούφια κλισέ και πολιτικά προσχήματα. Καθόλου τυχαία, το «Αντίο Βερολίνο» κέρδισε το Βραβείο της Επιτροπής στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης «για την ανανέωση του Ελληνικού κινηματογράφου».
Στην «Πόλη των Θαυμάτων», 2004, μια ταινία φιξιόν γυρισμένη μέσα στην Ολυμπιάδα, χτίζω ένα απίστευτο πολυεθνικό σύμπαν στην Αθήνα των Αγώνων.
Η Τέχνη λοιπόν, δεν περιμένει τα πρόσωπα που κατασκευάζει με επικοινωνιακά πυροτεχνήματα η εξουσία για να προχωρήσει, ούτε ακολουθεί τα συνεχή ψευδοδιλήμματα που το σύστημα βάζει.
8-Και μια τελευταία ερώτηση για τα μελλοντικά σας σχέδια.
Αυτή την στιγμή συνοδεύω και παρουσιάζω την τελευταία ταινία μου «Λαβύρινθος», 2019, με τον Κώστα Καζανά, σε μια σειρά από φεστιβάλ, όπου έχει ήδη δύο βραβεύσεις, και ταυτόγχρονα ετοιμάζω τα γυρίσματα της νέας ταινίας μου.
Πρόκειται για την «Μήδεια», ένα εξαιρετικά φιλόδοξο σχέδιο, που στηρίζεται στο αριστούργημα του Ευριπίδη αλλά σε μια τελείως πρωτότυπη κινηματογραφική εκδοχή που σέβεται το πρωτότυπο αλλά δημιουργεί τον δικο του χώρο.
Η ταινία δεν τοποθετείται στο σήμερα αλλά στο τότε και μιλά για ένα πρόσωπο, μια γυναίκα εμβληματική, που ίσως δεν υπάρχει όμοια της στην ιστορία. Μια γυναίκα που παλεύει ενάντια στην ανδρική εξουσία και δεν διστάζει να φθάσει στα άκρα. Από αυτή την άποψη, είναι εμφανής η συνέχεια με τον ήρωα του «Invisible» αλλά και την ηρωίδα του «Καμιά Συμπάθεια για τον Διάβολο».
Η «Μήδεια» θα γυρισθεί σε ακραία φυσικά τοπία, θα είναι ασπρόμαυρη και θα έχει σαν πρωταγωνιστές, κορυφαίους ηθοποιούς που θα ανακοινωθούν σύντομα.