Η μεθοδική διάσταση της ταινίας “Μήδεια” (2022) εύκολα ενέτεινε την επιθυμία να αναζητήσω ακόμη περισσότερες απαντήσεις για την κινηματογραφική έκφρασή της.
Ο δημιουργός Δημήτρης Αθανίτης (σενάριο/σκηνοθεσία) σε έναν ουσιώδη, πρωτότυπο διάλογο, προσδιόρισε ακόμη πιο έντονα την αύρα της δικής του γοητευτικής Μήδειας, μα & γενικότερα του δικού του Σινεμά.
Με περιεκτικότητα, σαφήνεια, πληρότητα εξέφρασε μια καλλιτεχνική κατάθεση, που απέχει εμφανέστατα από συνηθισμένες συνεντεύξεις. Πραγματική Τροφή για Σινεφίλ…
“Η Μήδεια θα ανατρέψει τα πάντα...Οι εχθροί της θα σαγηνευθούν, θα λυγίσουν και θα καταστραφούν από τα χέρια της, χωρίς να χρειαστεί να τους αγγίξει.”
- Γ.Κ.: Εντείνατε την υπερηφάνεια στη χαμένη Αξιοπρέπεια της Μήδειας απέναντι στην άδικη εξουσία της Κορίνθου. Η Μήδεια στέκεται όρθια & χαμηλώνει μόνο το βλέμμα...Όταν γονατίζει στον Κρέοντα, σηκώνεται λίγο όρθια. Τι δομεί τη διασωθείσα αυτοεκτίμησή της; Το Ηθικό Δίκαιο (σύζυγος-γονέας σε εγκατάλειψη), οι μαγικές δυνάμεις εκείνης ή μήπως μια πρωτο-φεμινιστική έκρηξη;
Δημήτρης Αθανίτης: Η Μήδεια είναι κόρη βασιλιά, διαθέτει ιδιαίτερες δυνάμεις και ισχυρή προσωπικότητα. Κυρίως όμως, έχει μια αδιαπραγμάτευτη αξιοπρέπεια και αντίστοιχη αντίσταση απέναντι στην αλαζονεία της εξουσίας.
Ο Κρέων λυγίζει μπροστά στην ταπεινωμένη γυναίκα, που γονατίζει στα πόδια του, ζητώντας μόνο μια μέρα διορία, πριν φύγει στην εξορία. Κι όμως μέχρι το επόμενο πρωί, η Μήδεια θα ανατρέψει τα πάντα. Μόνη, εγκαταλειμμένη από παντού, θα στηριχθεί στο ένστικτο και την εσωτερική της δύναμη. Ο δρόμος που θα ακολουθήσει, είναι άγνωστος ακόμα και στην ίδια. Τον επινοεί κάθε στιγμή. Οι εχθροί της θα σαγηνευθούν, θα λυγίσουν και θα καταστραφούν από τα χέρια της, χωρίς να χρειαστεί να τους αγγίξει.
Προσέξτε όμως: ακριβώς έτσι αντιδρά και ο Άρης, ο ήρωας μιας άλλης ταινίας μου, «Αόρατος» κι ας είναι ένας απλός εργάτης. Η πίστη σε μια βαθύτερη Ηθική και αίσθηση Δικαίου οπλίζει και τα δύο πρόσωπα, που εν πρώτοις φαίνονται τόσο μακρυά το ένα από το άλλο.
- Γ.Κ.: Στην ταινία σας η Μήδεια αντικρίζει το φάντασμα της Γλαύκης, ενώ ύστερα ακούει το γέλιο των νεκρών γιων. Η αισθαντική αυτή διάκριση, ανάμεσα στις προτεραιότητες των Ερινυών της Μήδειας, αφορά μια γυναικεία αλληλεγγύη, λόγω του φύλου της σιωπηλά υπάκουης κόρης του Κρέοντος;
Δ.Α.: Καθώς η Μήδεια φεύγει, κρατώντας ακόμη το μαχαίρι στα ματωμένα χέρια της, αρχίζει να παραπατά σαν μια υπνωτισμένη, που σχεδόν δεν έχει συνειδητοποιήσει, τι έκανε. Πέφτει κάτω κυριολεκτικά και μεταφορικά. Το χέρι βοήθειας, το οποίο η ίδια θα ήθελε να βρει, εμφανίζεται απρόοπτα από το πουθενά. Γρήγορα όμως εξελίσσεται σε απειλή. Το φάντασμα της Κόρης του Κρέοντος εμφανίζεται, για να ολοκληρώσει την παράνοια, το φόβο και τις ενοχές, που ζει η Μήδεια. Το γέλιο των παιδιών της είναι το αποκορύφωμα. Όμως κι εδώ, θα κατορθώσει να συνέλθει, να νικήσει τον φόβο και να προχωρήσει.
- Γ.Κ.: Μιλάμε για τη δική σας Μήδεια, αλλά όχι για τον ανάλογο Ιάσονα. Καιροσκόπος, αγνώμων, χωρίς φωνή ενώπιον του Κρέοντος. Αλλά φέρει δόσεις ενοχής-μεταμέλειας απέναντι στη Μήδεια. Ποιος είναι ακριβώς για εσάς αυτός ο Ιάσων; Τον συναντάμε σαν διαχρονική, κοινωνική αντρική περσόνα;
Δ.Α.: Ο Ιάσων είναι ο τυπικός άντρας καιροσκόπος, που αποβλέπει αποκλειστικά στη δική του επιβίωση και κυρίως ανέλιξη. Μην ξεχνάμε βέβαια, ότι κι αυτός είναι γιος βασιλιά, κυνηγώντας από παιδί την εξουσία, την οποία του άρπαξαν.
- Γ.Κ.: Σαν ζωντανός οργανισμός, μαζί με το μοιραίο χέρι κινείται βαθμηδόν πρωταγωνιστικά το μαχαίρι στο ταξίδι του. Αναλυτές θεωρούν, ως “αντρικό” (ψυχρόαιμο) φονικό την εν λόγω επιλογή όπλου της Μήδειας. Εσείς, ξεπερνώντας τέτοιες παγιωμένες αντιλήψεις, μάλλον εξετάζετε σκηνοθετικά μια ανδρόγυνη, εγκεφαλική/ψυχρή έκφραση φονικής απόγνωσης;
Δ.Α.: Η Μήδεια είναι μια αρχετυπική, ισχυρή γυναίκα. Σαν τέτοια, οι αντρικές ερμηνείες προσπαθούν να την συκοφαντήσουν, να την υποβιβάσουν. Είναι χαρακτηριστικό, ότι η ίδια διαθέτει φήμη μόνο για τον φόνο των παιδιών και καθόλου για το ότι ορθώνεται απέναντι στην (αντρική) εξουσία.
Στις ταινίες μου έχω στο επίκεντρο ισχυρές γυναίκες. Γυναίκες που θέλουν να ορίσουν οι ίδιες τη ζωή τους. Η Ευρυδίκη στο «Καμιά Συμπάθεια Για Τον Διάβολο» είναι ένα αντίστοιχο πρόσωπο με το ίδιο, αδιαπραγμάτευτα αυτεξούσιο. Όπως επίσης και οι ηρωίδες στις «Τρεις Μέρες Ευτυχίας».
- Γ.Κ.: Στη δική σας εκδοχή, μοναδικός Κορίνθιος άντρας, που φέρθηκε καλά στη Μήδεια, υπήρξε ο Αγγελιαφόρος. Αν και ξέρει, ότι εκείνη σκότωσε τη Γλαύκη. Γιατί επιλέξατε να του δώσετε μορφή κατανόησης απέναντι στη Μήδεια, παρά τη δηλητηρίαση της Κορίνθιας πριγκίπισσας; Επαναστατεί ταξικά;
Δ.Α.: Ο Άγγελος κάποτε έμενε μαζί τους, όπως λέει η Δούλα. Άρα είναι πρόσωπο με μια σχέση οικειότητας, αόριστης αγάπης και σεβασμού προς τη Μήδεια. Όμως πράγματι, η ακραία αντίσταση της Μήδειας απέναντι στον Κρέοντα, μπορεί να προκαλέσει αναταράξεις και σε πρόσωπα που θεωρούνται δεδομένα, υποταγμένα, όπως ο Άγγελος. Η Μήδεια τους δείχνει, πόσο αδύναμη και τελικά ευάλωτη μπορεί πραγματικά να είναι η πανίσχυρη εξουσία.
- Γ.Κ.: Στην ταινία οι θέσεις της Υπηρέτριας (Δούλας) αποτελούν θαρραλέα υπεράσπιση προς τη Μήδεια. Μπαίνει μπροστά στο Φρουρό, υποδέχεται πρώτη τον Αγγελιαφόρο, αντιμετωπίζει ως ασπίδα την οργή του Ιάσονος. Αλλά στην ειρηνική συνάντηση Ιάσονος & Μήδειας η Υπηρέτρια στέκεται σχηματικά μακριά από την πλευρά της Μήδειας, πίσω από τον Ιάσονα. Γιατί;
Δ.Α.: Η Δούλα δεν μπορεί να μπει ανάμεσα στο ζευγάρι. Ούτε χρειάζεται να υπερασπισθεί τη Μήδεια απέναντι σε κάποια επιβουλή. Και βέβαια, αγνοεί για ποιον βαθύτερο λόγο, η κυρά της έχει προκαλέσει αυτή τη συνάντηση.
Κανένα πρόσωπο στην ταινία, δεν ξέρει, τι θα συμβεί αμέσως μετά ή ακόμη και τι ακριβώς συμβαίνει, σε κάθε στιγμή που συνιστά παρόν και την ζει. Γιατί πάντα υπάρχει ένα δεύτερο επίπεδο δράσης, που θα αποκαλυφθεί αργότερα. Είναι μια ακόμη μεγάλη καινοτομία και διαφορά της δικής μου Μήδειας από αυτήν του Ευριπίδη.
- Γ.Κ.: Στη διορία εξορίας, Μήδεια & Δούλα ανηφορίζουν προς το προσομοιάζον ορεινό κάστρο. Η μουσική αλλάζει εκτάκτως σε πιο μελωδική & αισιόδοξη. Η προσωρινή αλλαγή μουσικής, αποτελεί στιγμιαία, φρούδα ελπίδα μιας αναίμακτης φυγής της Μήδειας από την Κόρινθο; Έπειτα τη δείχνετε Αγνή. Έχουν σχέση αυτά με την καταπιεσμένη ειρηνική πλευρά της;
Δ.Α.: Όπως είπα, κανένα πρόσωπο δεν ξέρει, τι θα συμβεί αμέσως μετά ή ακόμη και τι ακριβώς συμβαίνει κάθε στιγμή. Ακόμη και η ίδια η Μήδεια ακολουθεί τη συγκυρία, ενώ ταυτόχρονα προσπαθεί να την αξιοποιήσει και να την ανατρέψει. Όταν φεύγει με τη Δούλα για το βουνό, είναι σαν να προετοιμάζει το «ταξίδι κάπου μακρυά, κάπου όμορφα.» Όπως ακριβώς δηλαδή της είπε αμέσως πριν, για να δώσει θάρρος στην άλλη γυναίκα, αλλά και στον ίδιο τον εαυτό της.
Ταυτόχρονα, μόνη στην κορυφή του βουνού, ανάβει φωτιά και προσπαθεί να μαζέψει τις ιδιαίτερες δυνάμεις της, καθώς έρχεται σε επαφή με τη φύση. Ως αρχετυπικό πρόσωπο, η Μήδεια είναι σε ουσιαστική επικοινωνία με τις αρχετυπικές δυνάμεις της φύσης. Από εκεί έρχεται, εκεί πατά, εκεί αναγεννάται.
Για αυτό και το φυσικό τοπίο, είναι ο χώρος του δράματος στην ταινία. Και εδώ, βρίσκεται άλλη μια μεγάλη, ουσιαστική, βαθιά διαφοροποίηση και καινοτομία σε σχέση με την αρχαία Τραγωδία.
- Γ.Κ.: Θα δεχόσασταν, ότι σαν απαραίτητη μίξη Αιγέα & Εύνοιας Ηλίου, που έδωσαν περισσότερη ώθηση στην ήδη δυνατή Μήδεια, μεταμορφώσατε & ταξιδέψατε παρομοίως την Ταλαντούχα Αλεξάνδρα Καζάζου; Πώς ήταν η οργανωτική διαδικασία μύησης της πρωταγωνίστριάς σας;
Δ.Α.: Εξαιρετικά εύστοχη η παρομοίωση. Αυτό που είδα αρχικά, στην σχεδόν άγνωστη σε εμένα Καζάζου, ήταν μια ισχυρή, σχεδόν ναΐφ παρουσία. Στη συνέχεια ανακάλυψα, ότι διαθέτει ισχυρή τεχνική και ταλέντο. Χτίσαμε μαζί βήμα-βήμα το πρόσωπο Μήδεια. Δουλέψαμε στην αρχή μόνοι μας και μετά την έβαζα απέναντι στα άλλα πρόσωπα. Είμαι απόλυτα ικανοποιημένος, από αυτό που χτίσαμε και μπορώ να πω χωρίς επιφύλαξη, ότι είναι μέσα στις δύο-τρεις πιο δυνατές γυναικείες ερμηνείες στην ιστορία του Σινεμά.
Αναφέρομαι σε ταινίες, όπου δεν πρωταγωνιστεί απλά μια γυναίκα, αλλά στις οποίες όλη η κινηματογραφική δημιουργία (ταινία) είναι σχεδόν αποκλειστικά δομημένη επάνω σε ένα γυναικείο χαρακτήρα. Μπορώ να τη συγκρίνω μόνο με την Ιζαμπέλ Αντζανί από το «Μια Γυναίκα Δαιμονισμένη» του Αντρέι Ζουλάφσκι και τη Ρενέ Ζαν Φαλκονετί από την ταινία «Τα Πάθη της Ζαν ντ’ Αρκ» του Καρλ Τέοντορ Ντράγιερ.
Αλλά και πάλι θα κάνω αναφορά στον «Διάβολο» (“Καμιά Συμπάθεια για τον Διάβολο”) με την αντίστοιχη ώθηση/μεταμόρφωση τότε της Λένας Κιτσοπούλου, σε μια μοναδική Ευρυδίκη, που καθόλου τυχαία κέρδισε το Βραβείο Ερμηνείας στο Διεθνές Τμήμα του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Ενώ η Αλεξάνδρα Καζάζου έχει ήδη 4 βραβεία για τον ρόλο της Μήδειας.
Ωστόσο, πρέπει να πω, ότι μια ταινία δεν είναι απλά το άθροισμα επί μέρους στοιχείων (σκηνοθεσία, ηθοποιοί, φωτογραφία, κλπ). Μια ταινία, που αφορά πραγματικό Σινεμά, είναι κάτι πολύ περισσότερο. Η αξία και η γοητεία της βρίσκονται ακριβώς στην απροσδιόριστα μαγική μίξη όλων αυτών και πολλών άλλων στοιχείων, τα οποία δύσκολα περιγράφονται και ακόμη πιο δύσκολα αναλύονται.
- Γ.Κ.: Η αδιαπραγμάτευτη Κάθαρση. Πως επιλέξατε αυτή την ουσιώδη, αποκαλυπτική αιώρηση της Μήδειας στο τέλος, η οποία ελευθερώνει με τραγικότητα το μεδούλι της έννοιας “Από Μηχανής Θεός,” μα & το χτυποκάρδι του Σινεμά;
Δ.Α.: Δεν σκεφτόμουν καθόλου τον Ευριπίδη, όταν γύριζα την ταινία. Ενώ τον αγνοούσα σχεδόν τελείως, όταν η «Μήδεια», σαν σχεδόν πλήρες σχέδιο, ήρθε μόνη της να με βρει πριν είκοσι χρόνια. Πράγματι, περιγράφετε πολύ εύστοχα τον συνδυασμό.
Όμως μια προσεκτική ματιά στις ταινίες μου, θα δείξει, ότι στον ουρανό στρέφονται οι ήρωές μου, σχεδόν πάντα στο τέλος. Από το «Αντίο Βερολίνο», το «Βοξ» και τις «2000+1 Στιγμές» μέχρι τον «Αόρατο», οι ήρωές μου επικαλούνται αυτή την εν δυνάμει «αιώρηση στο άπειρο.» Και μας προσφέρουν μέσα από το βλέμμα τους, ακόμη και σαν νεκροί, αυτό που μόνο ένα αυθεντικό έργο τέχνης μπορεί να δώσει. Ανάταση!...
- Γ.Κ.: Υπάρχει αφανής τριταγωνιστής-Χορός στην ταινία; Ενδεχομένως από την ταπεινή παρατηρήτρια Παραμάνα, από τις γυναίκες που περικυκλώνουν την παιδοκτόνο Μήδεια ή γενικότερα ακόμη & από εμάς τους θεατές;
Δ.Α.: Ενδιαφέρουσα παρατήρηση, αν και από την αρχική σύλληψη της ταινίας, (που όπως είπα, ήρθε μόνη της να με βρει), δεν υπήρχε ποτέ Χορός με την κλασσική έννοια. Οι πολλαπλές ερμηνείες για κάθε επί μέρους στοιχείο, είναι ενδεικτικές της μεγάλης πυκνότητας, την οποία έχει η ταινία συνολικά. Αλλά και σε κάθε σκηνή, ακόμη και σε κάθε εικόνα.
Για αυτό ακριβώς και κανένα πρόσωπο δεν ξέρει, τι θα συμβεί. Είναι το διφορούμενο κάποιων λόγων, είναι οι κρυφές σκέψεις, είναι ο συμβολισμός χώρων, εικόνων και πολλά άλλα. Έτσι, η ταινία χτίζει έναν δικό της, απροσδόκητο κόσμο κάθε στιγμή.
Στην «Έβδομη Ήπειρο / 60 Ταινίες για Πάντα», το βιβλίο μου που μόλις κυκλοφόρησε, γράφω στην εισαγωγή: «Έχουν γυριστεί χιλιάδες ταινίες. Λίγες όμως είναι αυτές, που ξεπερνούν την απλή αφήγηση μιας ιστορίας. Λίγες είναι αυτές, που έχουν ιδιαίτερη κινηματογραφική γραφή, προσωπική ματιά. Αυτές που δημιουργούν ένα νέο κόσμο. Αυτές, που είναι πραγματικό Σινεμά.» Η «Μήδεια» είναι πραγματικό Σινεμά.
- Γ.Κ.: Το στοιχείο Ικεσίας σε βασιλείς & γενικότερα το γονάτισμα παρουσιάζονται με έμφαση στην ταινία. Από τη Μήδεια & άλλα πρόσωπα. Δεν αφορά μόνο σχέσεις εξουσίας, έχει & ανθρώπινη διάσταση. Θεωρείτε, ότι υπάρχει κοινωνικοπολιτική συσχέτιση γονατίσματος με το Σύγχρονο Άνθρωπο και αν ναι, πώς έχει καταφέρει εκείνος να την επικαλύψει στο σήμερα;
Δ.Α.: Πολύ φοβάμαι, πως το γονάτισμα έχει χαθεί. Έχει χαθεί σαν μια πράξη ικεσίας, που όμως φέρει βαθιά αξιοπρέπεια και αυτογνωσία, ενώ η θεατρικότητά του είναι απόλυτα λειτουργική. Σήμερα, έχει υποκατασταθεί από το σκύψιμο στα βουβά, από μια άνευ όρων υποταγή, βουτηγμένη στη δειλία και τον φόβο.
- Γ.Κ.: Ποια είναι αυτή η μοναδική γυναίκα, που απλώνει την χείρα βοηθείας στο εφιαλτικό όραμα της Μήδειας; Θα μπορούσε να είναι η Εκάτη;
Δ.Α.: Ουσιαστικά, είναι η ίδια η ανάγκη της υπνωτισμένης Μήδειας να βρει μια χείρα βοηθείας. Είναι η ανάγκη της, τη στιγμή που καταρρέει, να δημιουργεί αυτό το πρόσωπο στο μυαλό της. Αμέσως θα διαπιστώσει, ότι αυτό το χέρι συνοδεύεται, από γυναίκες οι οποίες έρχονται να την κατασπαράξουν. Και είναι εκείνη η στιγμή, στην οποία η Μήδεια το μαχαίρι (που μέχρι τότε έμοιαζε κολλημένο στο χέρι της), θα το αφήσει να πέσει. Σαν μια ομολογία, αλλά και σαν μια επίκληση χάρης.
- Γ.Κ.: Ποιος είναι ο λόγος, που επιλέξατε να μην πάρει μαζί της τα νεκρά κορμιά των παιδιών η Μήδεια;
Δ.Α.: Όπως είπα, «είδα» κυριολεκτικά την ταινία, δυο δεκαετίες πριν, χωρίς να έχω καν διαβάσει την Τραγωδία ή να την έχω δει στο Θέατρο. Η Μήδεια αποχωρίζεται, με τον φόνο, ένα κομμάτι του εαυτού της. Τα παιδιά της. Και το κάνει μέχρι τέλους. Ταυτόχρονα έχει δηλώσει, ότι θα φύγει μόνη. Στην ταινία υπάρχει μια απίστευτη προοικονομία, συχνά υπόγεια. Όλα προετοιμάζονται ακόμη, δηλώνονται, προλέγονται, πολύ πριν γίνουν.
Όμως με τρόπο που όχι μόνο δεν προδίδονται, μα παραμένουν τελείως απροσδόκητα. Είναι άλλος ένας από τους λόγους, που με κάνουν να μιλώ για επανεφεύρεση της αρχαίας Τραγωδίας και τελικά για ένα τελείως πρωτότυπο έργο.
Και βέβαια, αυτή η προοικονομία αποτελεί άλλο ένα στοιχείο πυκνότητας της ταινίας, που κινεί μια σειρά από στρώματα νοημάτων, αισθήσεων, αισθημάτων, κάνοντάς τα να αλληλοπλέκονται συνεχώς.
- Γ.Κ.: Κλείνοντας, θα ήθελα να σας ρωτήσω, κάτι που εμπεριέχει πληροφορίες για τη συνέχιση της φιλμογραφίας σας, μα απέχει παράλληλα από τα κλισέ. Θεωρείτε, ότι θα μπορούσατε στα επόμενα δημιουργικά στάδια να γυρίσετε ταινία για τον ίδιο τον Ευριπίδη;
Δ.Α.: Ομολογώ πως όχι. Και δεν μου έχει περάσει από το μυαλό, ούτε σαν ιδέα. Ωστόσο πρέπει να πω, ότι ο Ευριπίδης είχε δυσανάλογα μικρή αποδοχή σε σχέση με το βάρος και τις καινοτομίες του έργου του. Απαιτείται τεράστια τόλμη, για να γράψεις ένα τέτοιο έργο, το οποίο μάλιστα δικαιώνει την ηρωίδα. Αλλά και τι ώριμο κοινό ήταν αυτό, που στο φως της ημέρας, κάτω από τον ήλιο, μπορούσε σε θέατρα τεράστια, να παρακολουθεί και να εκτιμά ένα τέτοιο, σκληρό αριστούργημα.
Οι φωτογραφίες των γυρισμάτων της ταινίας "Μήδεια" είναι των Τούλας Ακρίβου και Κάρολ Γιάρεκ
Η συνέντευξη δόθηκε στο Γιάννη Κρουσίνσκυ
και δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα eretikos.gr